ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

βρεχτινός (επίθ.) βροχτινός [vroxtiˈnos] Τζαλ. Θηλ. βρεχτινή [vrextiˈni] Σίλατ. βρεχτενή [vrexteˈni] Μαλακ., Φλογ. βροχτενή [vroxteˈni] Σινασσ. Από το μεσν. επίθ. βρεκτός και το παραγωγ. επίθμ. -ινός, με ουσιαστικοπ. επιθέτου κατά παράλειψη του ουσ. ημέρα.
1. Βροχερός ό.π.τ. : Βρεχτενή μέρα (Βροχερή μέρα) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361 Συνών. βρεχοσιάρης
2. Και με ουσιαστικοπ., βροχερός καιρός ό.π.τ.