βρίζω
(ρ.)
υβρίζω
[iˈvrizo]
Σινασσ.
βρίζω
[ˈvrizo]
Αξ., Αραβαν., Αφσάρ., Γούρδ., Δίλ., Ουλαγ., Φάρασ., Φλογ.
βρίζου
[ˈvrizu]
Μισθ., Σίλ.
Παρατατ.
έβρισκα
[ˈevriska]
Φάρασ.
βρίισκα
[ˈvriiska]
Μισθ.
βρίιξα
[ˈvriiksa]
Μισθ.
Αόρ.
έβρισα
[ˈevrisa]
Αξ., Μισθ., Σίλ., Φάρασ., Φλογ.
Από από το αρχ. ρ. ὑβρίζω = προσβάλλω. Ο τύπ. βρίζω με αποβολή του αρκτ. άτονου φων. ήδη μεσν.
Βρίζω, βλαστημώ
ό.π.τ.
:
Βρίζου χόρουντα σ'
(Βρίζω την οικογένειά σου)
Μισθ.
-Κοτσαν.
Άφ' του έκλιψιν τα 'ρνίθα άμ-μα 'ποπάνου βρίζει μες τσ̑όγας
(Όχι μόνο έκλεψε τις κότες αλλά από πάνω μας βρίζει κιόλας)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Ε, βρίζ'νι, ούλου κόσμος βριζ'
(Ε, βρίζουνε, όλος ο κόσμος βρίζει)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Δε βρίσκαμε καθόλου ούτε Χριστό ούτε Παναΐα
(Δεν βρίζαμε ούτε τον Θεό ούτε την Παναγία)
-ΕΚΠΑ 2142
Όπως βρίισκαν πρώτα
(Όπως έβριζαν παλιά)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Αφού δεν μπορεί να δου αγκλαήσ' γλώσσα τ'νι, ό,τι κρεύισκαν λέιξαν· βρίιξαν ντα Tούρκους
(Αφού οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν την γλώσσα τους, ό,τι ήθελαν έλεγαν· έβριζαν τους Τούρκους)
Μισθ.
-ΑΠΥ-ΕΝΔ
Μο του τζ̑ο βόητσε με τζ̑ό 'νι, άμ-μα έβρισε με τσ̑όγας
(Όχι μόνο δεν με βοήθησε αλλά με έβρισε κιόλας)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Μη βρίσεις, μεγάλη μέρα 'ναι
(Μη βρίσεις, είναι γιορτή (σήμερα))
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Με βρίεις γκαι κάεσαι
(Μη βρίζεις συνεχώς)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Δέβου σο 'ργο σου […] μη βρίσω αν κ͑άμι βρισία
(Πήγαινε στην δουλειά σου […] να μη σου πω καμιά άσχημη βρισιά)
Φάρασ.
-Αναστασ.
|| Παροιμ.
Καλά ντε! Δεν έβρισα το Μωάμεθ!
(Καλά ντε! Δεν έβρισα τον Μωάμεθ!˙ δεν έκανα και τίποτα τόσο κακό)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Αποπίσω υβρίζουν και τον βασιλιά
(Από πίσω βρίζουν και τον βασιλιά˙ Είναι εύκολο να βρίζεις πισώπλατα κάποιον πολύ ισχυρό)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
Και πατισ̑αχγιού το ναίκα απ'οπίσω τ' βρίζουν ντο
(Και του βασιλιά την γυναίκα από πίσω της την βρίζουν˙ το ίδιο)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Του βασιλό τη ναίκα πάλι, κρυφά βρίζουν ντα
(Και του βασιλιά την γυναίκα κρυφά την βρίζουν˙ το ίδιο)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Από μακριά βρίζ̑'νε και τ' βασ̑ιλιού τ' ναίκα
(Από μακριά και του βασιλιά την γυναίκα την βρίζουν˙ το ίδιο)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Έρχεται ένα ταρός βρίεις το κι έρχεται άλλο ταρός φιλάς το χέρι τ'
(Έρχεται ένας καιρός (που) τον βρίζεις, κι έρχεται άλλος καιρός (που) φιλάς το χέρι του˙ Πρέπει να φερόμαστε ανάλογα με τις περιστάσεις)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.