ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

φαλτσής (ουσ. αρσ.) φαλτζ̑ής [falˈdʒis] Μαλακ. φαλτσ̑ής [falˈtʃis] Φάρασ. Πληθ. φαλτζ̑ήδοι [falˈdʒiði] Μαλακ. Από το τουρκ. ουσ. falcı = μάντης.
1. Μάντης ό.π.τ.
2. Μτφ., δόλιος Συνών. δόλιος, μουναφίκ, πονηρός, τσιφτελού
Τροποποιήθηκε: 28/04/2025