ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

φυτεύω (ρ.) φυτεύω [fiˈtevo] Ανακ., Γούρδ., Σινασσ., Τελμ., Φερτάκ., Φλογ. φ'τεύω [ftevo] Αραβαν. φυτεύου [fiˈtevu] Μισθ. φυτέου [fiˈteu] Φάρασ. χυτεύω [çiˈtevo] Μισθ. χουτεύου [xuˈtevu] Μισθ. Αόρ. φύdεψα [ˈfidepsa] Φάρασ. Αόρ. Υποτ. φυτέψω [fiˈtepso] Ανακ., Τελμ. Εν. Υποτ. γ' χυτέψει [çiˈtepsi] Μισθ. Μτχ. φυτευμένο [fitevˈmeno] Γούρδ. φυτεμένου [fiteˈmenu] Ανακ. Αρχ. ρ. φυτεύω. Το αορ. θ. φυτεψ- ήδη μεσν.
1. Φυτεύω, βάζω σπόρο φυτού σε χώμα για να βλαστήσει ό.π.τ. : Φύdεψέ ντα, έβγκ’ α φύτρος (Το φύτεψε, βγήκε νέο κλαδί) Φάρασ. -Dawk. Φυτεύουμ’ αμbέλ’ (Φυτεύουμε το αμπέλι) Ανακ. -Κωστ.Α. Χυτεύουν κρομμύια (Φυτεύω κρεμμύδια) Μισθ. -Κωστ.Μ. Χουτεύου τσιαλουία (Φυτεύω δέντρα) Μισθ. -Κοτσαν. Σα τάρλα φύτευαν σιτάρια (Σε χωράφια φυτεύουν σιτάρια) Φερτάκ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Να θερίσουμε να αξιναρίσουμε, να φυτέψουμε τα φασόλια (Να θερίσουμε, να σκάψουμε την αξίνα, να φυτέψουμε φασόλια) Τελμ. -ΚΜΣ-Θεοδ. || Φρ. Σαράντα να φας, σαράντα να χυτέψεις (Σαράντα να φας, σαράντα να φυτέψεις˙ Σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία, έπρεπε να κάνουν κάτι σαράντα φορές κατά τη γιορτή των Αγίων Σαράντα στις 9 Μαρτίου) Μισθ. -Κωστ.Μ. || Ασμ. Ήτον ένας μικρός Κωνσταντίνος τον Μάην δoικήθην,
τον Μάην αμπέλι έφ'τευεν, τον Μάην εκλάδευεν,
τον Μάην χαπέρια τού ’ρθαν στον πόλεμο να πάγει
(Ήταν ένα μικρός Κωνσταντίνος, το Μάιο παντρεύτηκε,
τον Μάιο φύτευε αμπέλι, τον Μάιο κλάδευε,
τον Μάιο ειδήσεις του ήρθανε στον πόλεμο να πάει)
Τελμ. -Αινατζ.
2. Μτφ., ξεφυτρώνω, εμφανίζομαι ξαφνικά Σινασσ. : 'ποτέ σωρεύ' το ρεβίθ', νά φυτεύτηνε ομbρό της ο Μπεκήρ Αγάς (Ενώ μάζευε τα ρεβίθια, νά σου ξεφύτρωσε μπροστά της ο Μπεκήρ Αγάς) Σινασσ. -Τακαδόπ. Συνών. γιαραντίζω