ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

άφεριμ (επιφ.) άφεριμ [ˈaferim] Φάρασ., Φλογ. έφεριμ [ˈeferim] Φάρασ. Από το νεότ. επιφών. ἀφερίμ, το όπ. από το τουρκ. aferim = εύγε, όπου και διαλεκτ. τύπ. eferim.
Εύγε, μπράβο ό.π.τ. : Άφεριμ! Ηύρεν ντα του 'πίταξα τα άβγα (Μπράβο, βρήκε τα άλογα που έστειλα) Φάρασ. -Dawk. Συνών. γιασά, μπράβο