ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

αφότε (σύνδ.) 'φότες [ˈfotes] Φάρασ. 'φότεζ [ˈfotez] Φάρασ. 'φοτές [foˈtes] Σατ., Φάρασ. 'φοdές [foˈdes] Φάρασ. 'φοdίς [foˈdis] Αφσάρ., Φάρασ. 'φότι [ˈfoti] Φάρασ. Από το μεταγν. σύνδ. ἀφ' ὅτε. Ο τύπ. 'φοdές με τονισμό στην λήγουσα πιθ. αναλογ. κατά το ποτέ(ς).
1. Χρον. σύνδ., όταν, καθώς ό.π.τ. : 'φοdές φτένκα κ͑αλέμ' μου, άβι έκοψέ ντα (Καθώς έφτιαχνα το μολύβι μου, το μαχαίρι το έκοψε, ενν. το δάχτυλο)) Φάρασ. -Dawk. Ση στράτα φοτές ’υριζούτουν, ήρτεν 'ς ενάβου γαλάς ιράστα (Στο δρόμο καθώς γύριζε, βρέθηκε μπροστά σε ένα άλλο κάστρο) Σατ. -Παπαδ. 'φοdίς τα φυαγνίνκινι, το σαχάτι σα τρία δώτζ̑ινι αν αλία κανείς (Ενώ επιτηρούσε (ενν. τον μύλο), στις τρεις η ώρα κάποιος έβγαλε μιά κραυγή) Αφσάρ. -Dawk. 'φότες πίνει νερό, θωρεί τι κι η 'στσ̑άιδη κλιναίνει 'ντάμα του (Καθώς πίνει νερό, βλέπει ότι και η σκιά σκύβει ταυτόχρονα) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. || Παροιμ. Συ 'φότες πααίνκες, 'γώ 'ρχούμουνα (Όταν εσύ πήγαινες, εγώ ερχόμουν˙ σε περιπτώσεις που διαθέτουμε μεγαλύτερη εμπειρία από κάποιον άλλο) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Συνών. αφόν, αφώς, αφώσκαι, μαντέμ, σαφού :2
2. Αιτιολ. σύνδ., αφού, εφόσον, επειδή ό.π.τ. : 'φοτές να θέλεις να νάρτεις, εδώ σήμουρου (Εφόσον θέλεις να έρθεις, (έλα) εδώ σήμερα) Αφσάρ. -Αναστασ. || Παροιμ. Το 'ρνίθι, 'φότεζ έν' 'ρνίθι, πίνει νερό τσ̑αι γρεύει φόρου το Θεό (Η κότα, εφόσον είναι κότα, πίνει νερό και κοιτάζει ψηλά τον Θεό˙ για τους αχάριστους) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Συνών. αφώς, αφώσκαι, μαντέμ, σαφού :1