ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

Χορτόης (ουσ. αρσ.) Χορτόης [xorˈtois] Κίσκ., Σατ., Φάρασ. Πιθ. από το μεσν. ουσ. χορτολόγιν = συγκέντρωση ζωοτροφών και το παραγωγ. επίθμ. -ης και αποβολή των μεσοφωνηεντικών [l] και [ɣ]. Πβ. και ποντ. Χορτοθέρης = Ιούλιος.
Ο μήνας Ιούνιος ό.π.τ. : Το Χορτόη χορτανίσκουν του νοματού τα ’φτάλμε (τον Ιούνιο χορταίνουν τα μάτια του ανθρώπου ενν. από τη θέα της πλούσιας βλάστησης) Φάρασ. -Λουκ.Πετρ. Σαμού έρτσιτι ο Χορτόης, του νοματού τα 'φτάλμα 'εμούται (Όταν έρχεται ο Ιούνιος, τα μάτια του ανθρώπου γεμίζουν, ενν. από το θέαμα της βλάστησης) Φάρασ. -Ιορδαν. Βοσκίσανdε τα ριφόκκα, του γαρνού τα ριφόκκα μο τα ίδε 'ς ως το Χορτόη τα δεκαπένdε (βοσκούσαν τα ερίφια, τα αγριοκάτσικα με αυτά ως τον Ιούνιο τις δεκαπέντε) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Σο Χορτόη τα 15 χαρκές πααίνκε, σωρεύκε τα λιτζεχέρε του (Στις 15 Ιουνίου ο καθένας πήγαινε, μάζευε τους ράμνους του) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ.