ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

οξωχωρίτης (ουσ. αρσ.) αξωχωρίτε [aksoxoˈrite] Μαλακ. Πληθ. αξωχωρίτ' [aksoxoˈrit] Μαλακ. Από το μεσν. ουσ. ἐξωχωρίτης, το οπ. από το αρχ. επίρρ. ἔξω και το αρχ. ουσ. χωρίτης.
Ξένος, μη ντόπιος Συνών. οξωχωριανός
Τροποποιήθηκε: 03/07/2025