ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

καμπάνταης (επίθ.) καbάdαης [kaˈbadais] Αφσάρ. γαbάταης [ɣaˈbatais] Φάρασ. γαπάταης [ɣaˈpatais] Φάρασ. Από το τουρκ. ουσ. kabadayı = εριστικός, νταής.
Παλληκαράς, νταής : Σο χωρίο μας ήτουν α καbάdαης, πολύ αζγούνι νομάτ' (Στο χωριό μας ήταν ένας νταής, πολύ κακός άνθρωπος) Αφσάρ. -Παπαδ.