ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

καμπάκι (ουσ. ουδ.) qαbάχ' [qaˈbax] Μαλακ. κ͑αbάχ' [kʰaˈbax] Ποτάμ. καπάχ' [kaˈpax] Τσελτ., Φλογ. γκαbάκ' [gaˈbak] Ουλαγ. γαbάχ' [ɣaˈbax] Αραβαν., Δίλ., Μισθ., Τζαλ., Τσαρικ. γαπάχ' [ɣaˈpax] Σίλ. γαπάχ̇ι [ɣaˈpaxi] Φάρασ. Πληθ. γαμπάια [ɣaˈbaja] Αραβ., Μισθ. χαπάχι [xaˈpaçi] Φάρασ. Από το τουρκ. ουσ. kabak = α) κολοκύθι β) δοχείο για κρασί, όπου και διαλεκτ. τύπ. gabah (THADS 8, λ. gabah I).
1. Κολοκύθι ό.π.τ. : Γαbαχιού γούτσ̑α (Σπόρια κολοκυθιού) Μισθ. -Κοτσαν. Εγώ μι γαπάϊα να σπέρου (Εγώ με κολοκύθια θα σπείρω) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Έχου γαbάχια, ε σ̑άνου δα φέτις φέτις, τεγανίζου δα τρώου· μετά εκείνου του γαbάχ' ξύνου δου, ξύνου δου, μάζου λίου αλεύιρ' σ̑άνου κιοφτάδις (Έχω κολοκύθια, τα κάνω φέτες-φέτες, τα τηγανίζω τα τρώω· μετά εκείνο το κολοκύθι το ξύνω το ξύνω, βάζω λίγο αλεύρι, κάνω κεφτέδες) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Φώτας μέρα όλα τα ναίκες ψένισκαμ’ κόκκινα καπάχ’ (Την ημέρα των Φώτων όλες οι γυναίκες μαγειρεύαμε κόκκινες κολοκύθες) Τσελτ. -ΚΜΣ-ΚΠ34 || Φρ. Γαbαχιού φαΐ (Κολοκυθιού φαγητό˙ Νηστήσιμο φαγητό της παραμονής των Θεοφανείων με βάση την κολοκύθα) Μισθ. -Μακρ. Συνών. γισκαλάκι, κελέμι, κολοκύθι, χαραμπάς
2. Kολοκυθιά ό.π.τ. : Κάλλιβαμ' γαbαχιού ντα τεβέτσ̑α (Καβαλάγαμε τον κορμό της κολοκυθιάς) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ
3. Παγούρι από κολοκύθι : Εγώ έχω ένα qαbάχ'· το αλλάζεις με το γουτσ̑ά σου; (Έγώ έχω ένα παγούρι· το αλλάζεις με την πετσέτα σου;) Ποτάμ. -Dawk. Συνών. μάταρα, παγρί, χαραμπάς