μπελάς
(ουσ. αρσ.)
πελάς
[peˈlas]
Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ.
πελα̈́ς
[peˈlæs]
Φάρασ.
μπελές
[beˈles]
Φάρασ.
πελές
[peˈles]
Φάρασ.
μπελά
[beˈla]
Αραβαν., Μαλακ., Ουλαγ., Σίλ., Τελμ., Τροχ.
Πληθ.
μπελάδες
[beˈlaðes]
Σεμέντρ.
πελέδε
[peʹleðe]
Φάρασ.
μπελάϊα
[beˈlaia]
Μισθ.
Από το νεότ. ουσ. μπελάς, το οπ. από το τουρκ. ουσ. bela.
Μπελάς
ό.π.τ.
:
Ερ να πασλατίσουμε χαρέτζα μουχαρεπέ μο τις χωρώτοι, πελάς α νάρτει σο τσουφάλι μας
(Αν αρχίσουμε τώρα πόλεμο με τους χωρικούς θα μας έρθει μπελάς στο κεφάλι)
Φάρασ.
-Παπαδ.
Όποτε ντο̈γιϋσ̑τΰζαν άντρα και ναίκα, το ζάβαλ-λι̂ το φσ̑άχ βρίσ̑κισ̑κε το μπελά τ'
(Κάθε φορά που καβγάδιζαν ο άντρας με τη γυναίκα, το κακόμοιρο το παιδί έβρισκε τον μπελά του)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Πάλι μ’ σέλεις μπελά;
(Πάλι γυρεύεις μπελάδες;)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Το φ'κάλι σου ήρθεν ένα μπελά, να ποίκεις σαβούρ και να περνάσει
(Στο κεφάλι σου ήρθε ένας μπελάς, να κάνεις υπομονή και θα περάσει)
Τελμ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
’σ’ ούλ-λο τον gόσμο εμείς ’μεστε μ’ τα gιουναχκιάρια και ούτσ̑α έdωκε το μπελά μας;
(Σ’ όλο τον κόσμο μόνο εμείς είμαστε αμαρτωλοί και μας τιμώρησε έτσι;)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Να με σιρκετείς 'σ' τα πελέδε
(Να με προστατεύεις από τους μπελάδες· ως ευχή κατά την προσευχή)
Φάρασ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
Aρέ πάλι, είπες τι να μη φτάνκε 'τό, 'ενόμουν πάνου σας 'λλ' εν μπελέ
(Τώρα πάλι, σαν να μην έφτανε αυτό, έγινα για σας άλλος ένας μπελάς)
Φάρασ.
-Θεοδ.Παραδ.
Μην έρτ'νι μπελάϊα σου τσ̑ουφάλι σ'
(Μην έρθουν μπελάδες στο κεφάλι σου)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Εμπέ, ιτό τι, ιτό τι μπελά 'νι που ήρτι σου τσουφάλι μ'!
(Αμάν, τι είναι αυτός, τι είναι αυτός ο μπελάς που ήρθε στο κεφάλι μου!)
Μισθ.
-ΑΠΥ-ΕΝΔ
|| Φρ.
Ντίνω το μπελά τ'
(Δίνω τον μπελά του˙ τιμωρώ)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
π͑ουσκούλ-λού πελάς
(Μεγάλος μπελάς˙ Πολύ μεγάλο πρόβλημα. Πβ. <em>püsküllü bela</em> = α) μεγάλη καταστροφή β) δουλειές με φούντες)
Φάρασ., Τροχ.
-Αναστασ.Τ
|| Παροιμ.
Του τόστη ο πελα̈́ς έν' 'σ' του τουσ̑μάνου πολύ
(Ο μπελάς του φίλου είναι μεγαλύτερος από του εχθρού˙ οι φίλοι μπορούν να δημιουργήσουν μεγαλύτερα προβλήματα από τους εχθρούς)
-Λουκ.Λουκ.
|| Ασμ.
Ήρτε κεφαλιού μ’ το μπελά, μανίτσα μ’!
Εγώ ντεν τέλω κεφάλι’ μ’ το μπελά, μανίτσα μ’! ((Ήρθε μπελάς στο κεφάλι μου, μανούλα μου!
Εγώ δεν θέλω μπελά στο κεφάλι μου, μανούλα μου!)) Τροχ. -Νίγδελ.Τροχ.
Εγώ ντεν τέλω κεφάλι’ μ’ το μπελά, μανίτσα μ’! ((Ήρθε μπελάς στο κεφάλι μου, μανούλα μου!
Εγώ δεν θέλω μπελά στο κεφάλι μου, μανούλα μου!)) Τροχ. -Νίγδελ.Τροχ.