σοανλίκι
(ουσ. ουδ.)
σοανλίκι
[soanˈlici]
Ανακ.
Από το τουρκ. διαλεκτ. ουσ. soğanlık = τόπος καλλιέργειας κρεμμυδιών (Dağlı 2014: 612).
Τόπος καλλιέργειας κρεμμυδιών