ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

απεδώρτα (επίρρ.) απουγούρτα [apuˈɣurta] Μισθ. απουγάρτα [apuˈɣarta] Μισθ. 'πιόρτα [ˈpʝorta] Αξ. Από το επίρρ. απεδώ, όπου και τύπ. απουγού και απι’ώ, και το επίρρ. ορθά, όπου και τύπ. ορτά.
Από εδώ, αποδώ Μισθ. : Έλα απουγούρτα (Έλα αποδώ) Μισθ. -Μακρ. Ντήιξαν τρία τσ̑ουβάλια απουγά, τρία τσ̑ουβάλια απουγάρτα σου γαϊdούρ' απάνου (Έδεναν τρία τσουβάλια αποδώ και τρία τσουβάλια αποδώ πέρα στο γαϊδούρι) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Το αραbά το έσερναν δύο βάλια ’ντάμα: το ένα ’πειάρτα, το ένα ’πιόρτα (Τον αραμπά τον έσερναν δύο βουβάλια μαζί: το ένα αποκεί, το άλλο αποδώ) Αξ. -ΙΛΝΕ 1555 Συνών. απαπεδά :1, απαπεδώ, απεδά, απεδώ