απεδώθε
(επίθμ.)
απι'ώθε
[apiˈoθe]
Αξ.
Από το μεσν. επίρρ. ἀπεδῶθεν, το οπ. από συνεκφ. της πρόθ. από και του επιρρ. ἐδῶθεν.
Αποδώ
Συνών.
απεδώ, απαπεδά :1
Τροποποιήθηκε: 15/01/2025