χαρτώνα
(επίθ.)
χαρτώνα
[xarˈtona]
Φάρασ.
χαρτιώνας
[xarˈtçonas]
Μαλακ.
Από το ουσ. χαρτίο και το παραγωγ. επίθμ. -ώνας.
Χάρτινος
ό.π.τ.