ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

άιντε (επιφ.) άιdε [ˈaide] Γούρδ., Φάρασ. άιτε [ˈaite] Σίλατ. άιντι [ˈaidi] Μισθ., Σίλ. χάιdε [ˈxaide] Αξ., Αφσάρ., Τελμ., Φάρασ., Φλογ. χάιτε [ˈxaite] Σινασσ., Φάρασ. χαϊdέ [xaiˈde] Αραβαν. χαϊdέτ' [xaiˈdet] Αξ., Μισθ. χαϊdέστε [xaiˈdeste] Αξ. Από το νεότ. παρακελευσματικό μόρ. ἄιντε (Ἐρωτοπ. 1.23 «Ἄϊντε νὰ μάθῃς γράμματα, ἄϊντε νὰ μάθῃς τάξη»), το οπ. από το τουρκ. παρακελευσματικό μόρ. haydi όπου και διαλεκτ. τύπ. hayde· πιθ. υφίσταται και επίδρ. του ρ. άγω, όπου και παρακελευσματικός τύπ. β’ πληθ. άγετε > άγ’τε και άμετε > άμ’τε. Πβ. άγω
Επιφώνημα που εκφράζει προτροπή, εμπρός, άντε ό.π.τ. : Άιντι νο πουλήσουμ' (Άντε να το πουλήσουμε) Μισθ. Χάιdε, ας πάμε σο σπίτ' και ας δώκω τα παράδια (Εμπρός, ας πάμε στο σπίτι και ας δώσω τα λεφτά) Φλογ. -Dawk. Χαϊdέ, φάλ' τα χύρες κι έλα (Εμπρός, κλείσε τις πόρτες κι έλα) Αραβαν. -Dawk. Ε χάιτε πέσε κοιμήθ' (Ε άντε πέσε να κοιμηθείς) Σινασσ. -Λεύκωμα Συνών. άγω, ας, για, ε, να