ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γιαρντίμι (ουσ. ουδ.) γιαρντίμι [ʝarˈdimi] Φάρασ. γιαρντίμιν [ʝarˈdimin] Φάρασ. γιαρντι̂́μ' [ʝarˈdɯm] Αραβαν., Ουλαγ. Από το τουρκ. ουσ. yardım = βοήθεια.
Βοήθεια ό.π.τ. : Ον ετιά φουρούνια ψωμιά μ' έφαγες, ένα γιαρντι̂́μ' ντε με έπ'κες (Τόσους φούρνους ψωμιά έφαγες, καμιά βοήθεια δεν μου έδωσες) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. O ντόστης μου ο βασιλός ήνοιξε μουχαρεμπές τζ' 'ύρεψε 'σ' τ’ εμένα γιαρντίμι (Ο φίλος μου ο βασιλιάς άρχισε πόλεμο και ζήτησε από μένα βοήθεια) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. || Φρ. Ζάζω γιαρντι̂́μ' (Κάνω βοήθεια˙ βοηθώ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. || Παροιμ. Το 'μόν ντο τεdζα̈́λι γιαρντίμιν τζ̑ο φτένει να υπάω σο τενίζι (Η τύχη δεν με βοηθάει να πάω στην θάλασσα˙ δεν τα έφερε βολικά η ζωή μου για να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Συνών. εμνιέτι, ντερμάνι :2, νταγιάχι :2