ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ζοχάδα (ουσ. θηλ.) Πληθ. ζοχάδες [zoˈxaðes ] Μαλακ., Μισθ., Σινασσ., Τσουχούρ. Από το μεταγν. πληθ. ἐσοχάδες με αποβολή του αρκτ. [e] και ηχηροπ. του [s]> [z].
Στον πληθ., οι αιμορροΐδες ό.π.τ. Συνών. γαλγάνι, μαγιασίλι :1