ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

κερχανατζής (ουσ. αρσ.) κ͑ερχανατζ̑ής [kʰerxanaˈdʒis] Αξ., Μισθ. κ͑ερχανετσ̑ής [kʰerxaneˈtʃis] Φάρασ. Απο το τουρκ. ουσ. kerhaneci α) ιδιοκτήτης οίκου ανοχής β) υβριστικός χαρακτηρισμός.
1. Αυτός ο οποίος συχνάζει σε οίκους ανοχής Αξ., Μισθ. : Ρε κ͑ερχανατζ̑ή! (Βρε κερατά!, υβρ.) Αξ. -ΙΛΝΕ 1555
2. Νταβατζής, σωματέμπορος Φάρασ.
Τροποποιήθηκε: 24/08/2025