ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ακρεμόνι (ουσ. ουδ.) 'κρομόνι [kroˈmoni] Φάρασ. Από το μεσν. ουσ. ἀκρεμόνιον = κλαδί, το οπ. υποκορ. του μεταγν. ουσ. ἀκρέμων (Ανδριώτης 1948: 57).
Bλαστάρι : Βοσ̑κι-έσανdε, μαρουζι-έσανdε, τρώνκανε 'κρομόνε (Έβοσκαν (τα γίδια), μηρύκαζαν, έτρωγαν βλαστάρια) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Συνών. βλαστάρι, φιλίζ