ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

μυρμήκι (ουσ. ουδ.) μερμήτσ̑ι [merˈmitʃi] Φάρασ. μερμήτζ̑ι [merˈmitʒi] Φάρασ. μουρμούκι [murˈmuci] Ανακ., Σινασσ. μουρμούκ' [murˈmuk] Ανακ., Αξ., Αραβαν., Γούρδ., Δίλ., Σίλατ., Σινασσ., Φερτάκ. μουρμούτσ̑' [murˈmutʃ] Μισθ., Τσαρικ. μορμοκαλί [mormokaˈli] Φλογ. Θηλ. μουρμούκα [murˈmuka] Μαλακ. μέρμηκα [ʹmermika] Σίλ. Από το μεσν. ουσ. μερμήγκιν (< μεταγν. μυρμήκιον), όπου και τύπ. μερμούκι (Λεξ. Κριαρ.), και με κατοπινή υποχωρ. αφομ. [e] - [u] > [u] - [u]. O τύπ. μουρμούκι και Κύπρ. Ο τύπ. μουρμούκα με μεγεθ. επίθμ. . Ο τύπ. μέρμηκα απευθείας από το μεσν. ουσ. μέρμηγκας (< αρχ. ουσ. μύρμηξ).
Μυρμήγκι ό.π.τ. : Είνdαι λία μερμήτζ̑α σ’ άγνενdα το μέρου τσ̑αι σ’ απαρντό το μέρου λλ' άβ λιέγα (Ήταν λιγα μυρμήγκια στην μία μεριά και στην άλλη μεριά άλλα λίγα) Φάρασ. -Dawk. Aν 'ενεί βρεχός, σπέρνει, α ντεν 'ενεί, μαζεύ' τα ντο μουρμούτσ̑' (Αν βρέξει, σπέρνει ο γεωργός, αν δεν βρέξει, (τον σπόρο) τον μαζεύουν τα μυρμήγκια) Μισθ. -Κωστ.Μ. Μουρμουτσιού φωλιά (Μυρμηγκοφωλιά) Μισθ. -Κοτσαν. Eίdι ένα τοπάλ μουρμούτσ̑' (Είδε ένα κουτσό μυρμήγκι) Μισθ. -Dawk. Μπιρά πουρμπαdούν ιντσάν' 'αν ντου μορμούτσ̑' (Οι άνθρωποι περπατούν συνεχώς, σαν τα μυρμήγκια) Τσαρικ. -Καραλ. Ήρτι μιά μέρμηκα του πλάι μ’ απάνω (Ήρθε ένα μυρμήγκι πάνω στο πόδι μου) Σίλ. -Κωστ.Σ. Φάημά μας απέσ' έbηκι νια μέρμηκα (Μέσα στο φαΐ μας μπήκε ένα μυρμήγκι) Σίλ. -Κωστ.Σ. || Φρ. Toυρκού μορμοκαλί (Μυρμήγκι του Τούρκου˙ μυρμήγκι με κόκκινο κεφάλι, με δυνατό δήγμα) Φλογ. -ΙΛΝΕ 812 Χριστιανού μορμοκαλί (Μυρμήγκι του Χριστιανού˙ απλό μαύρο μυρμήγκι, που δεν δαγκώνει) Φλογ. -ΙΛΝΕ 812 || Παροιμ. Τσ̑αι το μερμήντζ̑ιν μπάλι έσ̑ει το ζύ' του (Ακόμα και το μυρμήγκι έχει το φορτίο του˙ όλοι οι άνθρωποι, ακόμα και οι πιο ασήμαντοι, έχουν τις έγνοιες τους) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Το μερμήτσ̑ι 'φότεζ έν' μερμήτσ̑ι, τοϋ σ̑ειμωνιού το γαΐτι 'εμώνει τα (Το μυρμήγκι όταν είναι μυρμήγκι, τις προμήθειες του χειμώνα τις γεμίζει˙ ο σωστός άνθρωπος είναι προνοητικός) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ.