ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

οϊμάς (II) (ουσ. αρσ.) οϊμάς [oiˈmas] Σινασσ. Πληθ. οϊμάδια [oiˈmaðʝa] Σινασσ. ογμάδια [oɣˈmaðʝa] Σινασσ. ουιμάδια [uiˈmaðʝa] Σινασσ. Από το τουρκ. ουσ. soyma = α) ξεφλούδισμα β) διαλεκτ., αποξηραμένα αχλάδια και μήλα, πιθ. με επίδρ. του τουρκ. ουσ. oyma = είδος αχλαδιού.
1. Φλούδα φρούτων για γλυκό
2. Στον πληθ., αποξηραμένα μήλα και αχλάδια
Τροποποιήθηκε: 27/08/2025