ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

μι (μόρ.) μι [mi] Αξ., Αραβαν., Γούρδ., κ.α., Μαλακ., Μισθ., Ουλαγ., Σεμέντρ., Σίλ., Φερτάκ. μι̂ [mɯ] Αξ., κ.α., Μισθ., Ουλαγ., Φλογ. μ' [m] Αραβαν., Σίλ. μου [mu] Ουλαγ., Σίλ., Φάρασ. μα [ma] Φάρασ. Από το τουρκ. ερωτηματικό μόρ. mi το οποίο βάσει της φωνηεντικής αρμονίας έχει τα αλλόμορφα mi (μετά από [i, e]) και (μετά από [ı, a]), mu (μετά από [u, o]) και (μετά από [ü, ο̈]). Για την σύνταξή του βλ. Bağrıaçık (2013), Aναστασιάδης (1976: 255-256), Φατές (2012: 123).
Σε ερωτηματικές προτάσεις ολικής άγνοιας ή ρητορικές ερωτήσεις, στις οποίες το ερωτηματικό μόρ. τίθεται μετά από τη λέξη για την οποία γίνεται η ερώτηση, και συγκεκριμένα: ό.π.τ.
β. επί του ρήματος ή όλης της πρότασης : Εσ̑ύ έχειζ μι να ειπείς ένα σ̑έι; (Εσύ έχεις να πεις τίποτα; ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Πλέκησις τα μι του πρότσι; (Μου την έπλεξες την κάλτσα; ) Σίλ. -Κωστ.Σ. Ετλίκ να ποίκουμ’ μι φέτ’; (Προμήθειες κρεατικών να φτιάξουμε φέτος; ) Αραβαν. -Φωστ. Μέ το πράχ̇ ζ̑υμούται ζ̑υμάῤ’ μι; (Με το πόδι ζυμώνεται το ζυμάρι; ) Γούρδ. -Dawk. Έμαχές το μι; (Το έμαθες; ) Ουλαγ. -Dawk. Μάνα, είπε ντι κι, καρντάσ̑α ντεν έχω μου; (Μάνα, της είπε, δεν έχω αδέρφια; ) Ουλαγ. -Dawk. Που είπα σι τα λόγια, μποίκις τα μι; (τα έκανες όπως σου είπα; ) Μαλακ. -Dawk. Πατισάι μ’ ένα μετέλ' ας σε πού μι, κρέεις μι; (Βασιλιά μου, να σου πω ένα παραμύθι, θέλεις; ) Ουλαγ. -Κεσ. Να διωμ’ τα τσιγγίλ ΄έναν μι; (Να δούμε αν έγιναν τα σταφύλια; ) Φερτάκ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Το ινσάνος δεν έ’ μι; (Άνθρωπος δεν είναι; ) Φλογ. -Dawk. Μη το φάγω μ'; (Να μην τον φάω; ) Αραβαν. -Dawk. Παίχνεις μι σ̑υ; (Χορεύεις εσύ; ) Σεμέντρ. -ΚΜΣ-ΚΠ280 Εσ̑ύ ερού ήφερες με να με αγουλαdίεις μι; (Εσύ με έφερες εδώ για να με δηλητηριάσεις; ) Αραβαν. -Φωστ. Εγιά περνάν ένα καλό χεκίμης, ας το βρεϊσ̑τούμ' μι; (Εδώ περνάει ένας καλός γιατρός, να τον φωνάξουμε; ) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Ντεν dο ήκ'σεζ μι τσ̑ι σε είπα; (Δεν το άκουσες τι σου είπα; ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Ξεύρεις το μ’ τσ̑ι λέω; (Ξέρεις τι λέω; ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ.
γ. επί του υποκειμένου : Εκείνο μ’ το έπ’κε; (Εκείνος το έκανε; ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Λεμπέ, εσ̑ύ μ’ σουν το έπ'κες ετό το όργο; (Αμάν, εσύ ήσουν που έκανες αυτό το πράγμα; ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Τύρα να dου ζανdώσ' Νικόλας μι; (Την πόρτα θα την κλείσει ο Νικόλας (ή κάποιος άλλος); ) Μισθ. -Φατ. Μη σε δώκαν τα φσ̑όκ-κα μου μα; (Μήπως σε χτύπησαν τα παιδιά μου; ) -Θεοδ.Παραδ.
δ. επί του κατηγορουμένου : Κορ μου 'σου; (Τυφλός είσαι; ) Φάρασ. -Dawk. Σανό μ' 'σαι; (Τρελός είσαι; ) Ουλαγ. -Κεσ. Τσ̑ο φτσ̑άνεις; Καλός μου είσου; (Τι κάνεις; Είσαι καλά; ) Σίλ. -Συλλ. Χαστἀζ μι ήσου; (Άρρωστος ήσουν; ) Σίλ. -Dawk.JHS Συλλελού μου είσου, και τσ̑ίνος κόρη είσου; (Σιλλιώτισσα είσαι, και τίνος κόρη είσαι; ) Σίλ. -Συλλ. Σήκω σ̑ήκω ασ' σο τουνdούρ', τα φσ̑άγα πούϊσανε, να κάτσουν αττά, ισ̑ύ φσ̑άχ' μ' είσαι; (Σήκω, σήκω από το ταντούρι, τα παιδιά κρύωσαν, να κάτσουν αυτά, εσύ παιδί είσαι; ) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361 Να ψάλλει ντε ξέρ' αμά γράφ' | ιμάμης μι έν'; Τσις έν' ντεν το ξεύρω (Να διαβάζει δεν ξέρει, αλλά γράφει, | μήπως είναι παπάς; Ποιος είναι δεν το ξέρω ˙ Το σαλιγκάρι) Αραβαν. -Φωστ.
ε. επί του αντικειμένου : Ψέματα μι να πούμι, γιόξα αλ̑ήσεια μ'; (Ψέματα να πούμε, ή αλήθεια; ) Σίλ. -Dawk.JHS Eίχε ένα αγασ̑λι̂́χια, μήλα μ’ γκρεύεις, απίρια, βορ’κόκια, τσούτσες, σταφύλια, και τσ̑ι ντεν είχε απέσω τ’ (Είχε ένα τόπο γεμάτο δέντρα, γυρεύεις μήλα, αχλάδια, βερίκοκκα, μούρα, σταφύλια, και τι δεν υπήρχε μέσα σ’ αυτόν ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Εμείς λερό ντέν ηυρίσ̑κουμ', κι εσ̑ύ κρεύεις να dώκουμ' εσέ μι; (Εμείς νερό δε βρίσκουμε, κι εσύ θέλεις να δώσουμε σε σένα; ) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Ελένα να γκιοζλαΐσ' τα φσ̑άχα μι, γιοχσά vr’ άντρα τ᾽; (Η Ελένη θα περιμένει τα παιδιά, ή τον άντρα της; ) Μισθ. -Φατ. Γκρεύειζ να ντοικίεις το καμήλι ’ζ μι; (Θέλεις να παντρέψεις το καμηλάκι σου; ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ.
ζ. επί επιθετικού ή επιρρηματικού προσδιορισμού : Ξερό ψωμί μαναχό μ' τρώς; (Ξερό ψωμί σκέτο τρώς; ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Πάλ’ μι τσ̑α σ’ τα ποίσεις; (Πάλι μήπως τέτοια θα κάνεις; ) Σίλ. -Κωστ.Σ. Ήρτις ‘ρώ μ’ κι; (Μήπως ήρθες εδώ; ) Σίλ. -Κωστ.Σ.