λαγοζιώνα
(ουσ. ουδ.)
λαγοζιώνα
[laɣoˈzona]
Τροχ.
Από το ουσ. λαγός και το παραγωγ. επίθμ. -ώνας.
Ο ειδικά διαμορφωμένος χώρος όπου βάζουν τα εκτρεφόμενα κουνέλια
Τροποποιήθηκε: 04/09/2025