πλουμιστός
(επίθ.)
πλουμιστός
[plumiˈstos]
Σινασσ.
Μεσν. επίθ. πλουμιστός.
2. Στο θηλ., η λ. και ως κύριο όνομα
Σινασσ.
Τροποποιήθηκε: 03/07/2025