ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

σαϊντίζω (ρ.) σαϊντι̂́ζω [saiˈdɯzo] Αξ., Αραβαν. σαϊτιέζω [saiˈtçezo] Φάρασ. σαϊτιέγω [saiˈtçeɣo] Φάρασ. σαϊτιέου [saiˈtçeu] Φάρασ. Νεότ. ρ. σαϊντίζω (Mackridge 2021: 50), το οπ. από το τουρκ. ρ. saymak = α) μετρώ, απαριθμώ β) υπολογίζω, λογαριάζω γ) σέβομαι, εκτιμώ δ) θεωρώ, νομίζω, εκτιμώ.
1. Λογαριάζω, υπολογίζω ό.π.τ. : || Φρ. Σαϊντι̂́ζω χατίρ' (Λογαριάζω χατίρι˙ σέβομαι, εκτιμώ) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. || Παροιμ. Σαμ' έσ̑'ς ψωμί, τσ̑ίπ σαϊτιέν σε· σαμου τζ̑ό 'σ̑'ς ψωμί, κανείς τζ̑ο σαϊτιέ σε (Όταν έχεις ψωμί, όλοι σε λογαριάζουν· όταν δεν έχεις ψωμί, κανένας δε σε λογαριάζει˙ Το χρήμα δίνει δύναμη) Κάτσε σον dόπα σου βαρα̈́, να σε σαϊτιέσουνε (Κάτσε στην θέση σου φρόνιμα, να σε εκτιμήσουνε˙ ο καθένας πρέπει να φέρεται όπως αρμόζει στην θέση του) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Το γαϊdούρ’ κρούν dο, άμ-μα σαϊντι̂́ζουν και λίγο αφεντζ̑ού τ’ το χατι̂́ρ’ (Το γαϊδούρι το δέρνουν, αλλά υπολογίζουν λίγο και το χατίρι του αφέντη του˙ όταν εκτιμούμε κάποιον, ας αποφεύγουμε να τον φέρνουμε σε δύσκολη θέση) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Συνών. γαραλαΐζω :1, λογαριάζω
2. Εκτιμώ Φάρασ. : || Παροιμ. Κάτσε στον τόπο σου βαρα̈́, να σε σαϊτιέσουνε (Κάτσε στον τόπο σου φρόνιμα, να σε εκτιμήσουν˙ α. Στην πατρίδα του είναι κανείς πιο σημαντικός β. Πρέπει κανείς να μην μεγαλοπιάνεται) -Λουκ.Λουκ.