ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γκετσιντίζω (ρ.) γκετσ̑ινdίζω [ɟetʃinˈdizo] Αξ., Μαλακ. κετσ̑ινdίζου [cetʃinˈdizu] Φάρασ. κα̈τ͑σ̑ινdίζω [kʰætʃinˈdizo] Αφσάρ., Τσουχούρ., Φάρασ. γκιαdζετίζου [ɟadzeˈtizu] Μισθ. γκετσινdώ [ɟetsinˈdo] Σίλ. γκετσ̑ινdάγω [ɟetʃinˈdaɣo] Φάρασ. κετσ̑ίνdώ [cetʃinˈdo] Σίλ., Σινασσ., Φερτάκ. κετ͑σ̑ινdάω [kʰetʃinˈdao] Φάρασ. Παρατατ. γκετσ̑ίνd'ζα [ɟeˈtʃindza] Αξ. γκετσ̑ίντανα [ɟe'tʃindana] Φλογ. Αόρ. γκετσίνσα [ɟeˈtʃinsa] Μαλακ. Υποτ. γκιατσινdίσου [ɟaˈtsindizu] Μισθ. Από το τουρκ. ρ. geçinmek = α) περνώ, διάγω β) υφίσταμαι γ) διέρχομαι δ) κολλάω, μεταδίδω, όπου και διαλεκτ. τύπ. keçinmek.
Ζω, συντηρούμαι, διάγω βίο ό.π.τ. : Ναίκα ντράν-νεν χώρας όργο, πλύνισ̑κεν χώρας φορτσ̑ές και γκετσ̑ιντ'ζαν (Η γυναίκα (του έκπτωτου πια βασιλιά) ξενοδούλευε, έπλενε ξένα ρούχα και έτσι τα έβγαζαν πέρα) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Εμείς πάλ' 'α γκετσ̑ινdίσουμε, κα ατός πάλ' 'α 'ινεί ζενgίνι (Εμείς πάλι θα ζήσουμε καλά, κι αυτός πάλι θα γίνει πλούσιος) Φάρασ. -Αναστασ. Xαούτσ̑α γκετσ̑ίνdινανε (Έτσι διαβιούσαν) Φλογ. -Dawk. Σύρετε παιγιά μ', γιαυτό σας μπορείτε να κετσ̑ινdάτε (Φύγετε παιδιά μου, μπορείτε μόνα σας να τα βγάλετε πέρα) Φερτάκ. -Αρχέλ. Παναά να τους χαρίσει να κάνουσ̑ι τέκνα, καλά να γκετσινdζήσουσι (Η Παναγιά να τους χαρίσει να κάνουν παιδιά, να ζήσουν καλά) Σίλ. -Κωστ.Σ. Ντου μελό τ'νι τσ̑όουν σου κλέψιμου για να γκιατσινdίσ̑'νι (Το μυαλό τους ήταν στο κλέψιμο, για να κάνουν αγαθά) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Τούς χα κετσινdήσετε σα ρουσία δεχούς στάβκο σο τουφάνι 'πέσου; (Πώς θα επιβιώσετε στα βουνά χωρίς στάβλο μέσα στην ανεμοθύελλα;) Φάρασ. -Παπαδ. Σουκούλτσαμ' πολύ, κι έτσι ζόρια γκιαdζετίζουμ' (Πιεστήκαμε πολύ, κι έτσι περνάμε ζόρικα) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Συνών. γιασαντίζω :2, παριντίζω, σουρντίζω