ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γκερντανίχι γκερνταν-νίχ̇ι [ɟerdanˈnixi] Φάρασ. γκερνταν-νι̂́χ' [ɟerdanˈnɯx] Αξ. κερνταν-νίχ̇ι [cerdanˈnixi] Φάρασ. κερτάνι [cerˈtani] Σίλατ. Πληθ. γκερντανούχια [ɟerdanuça] Μισθ. Από το τουρκ. ουσ. gerdanlık = περιδέραιο, κολλιέ. O τύπ. κερτάνι αναλογ. κατά άλλα ουδ. σε -άνι.
1. Περιδέραιο Αξ., Φάρασ. : Ερ να με δώσεις ατέ του κρεμάζεις σο γουργούρι σου το γκερνταννίχ̇ι, 'α σε τα ειπώ (Αν μου δώσεις αυτό το περιδέραιο που έχεις κρεμασμένο στον λαιμό σου, θα σου το πω) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Πβ. ασιρμάς, σοχάχι
2. Κοσμήματα, στολίδια Μισθ. Συνών. τζεβαχέρι, χρυσός