ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

κουγιού (ουσ. ουδ.) κουγιού [kuˈʝu] Ουλαγ., Ποτάμ., Τελμ., Τσουχούρ., Φλογ. qουγιού [quˈʝu] Φλογ. γκουγιού [guˈʝu] Ουλαγ. qουγί [quˈʝi] Σίλατ., Τελμ. κουγιούς [kuˈʝus] Τελμ. γουγιούς [ɣuˈʝus] Αραβαν. γιουγιού [ʝuˈʝu] Δίλ., Φκόσ. κουγί [kuˈʝi] Αφσάρ., Σίλατ., Φάρασ. γουγί [ɣuˈʝi] Φάρασ. γουίν [ɣuˈin] Φάρασ. γουί [ɣuˈi] Φάρασ. Πληθ. κουγιά [kuˈʝa] Ποτάμ. κουγιούδια [kuˈʝuðʝa] Σίλατ., Φλογ. κουγίδια [kuˈʝiðʝa] Τελμ. γουγία [ɣuˈʝia] Σατ. Από το τουρκ. ουσ. kuyu = α) πηγάδι β) λάκκος, όπου και διαλεκτ. τύπ. guyu (THADS, λ. guyu I).
1. Πηγάδι ό.π.τ. : Καdέβα ντο κουγιού μέσα, γκαι φες λερό, και να πιούμ' (Κατέβα μέσα στο πηγάδι, και φέρε νερό να πιούμε) Ουλαγ. -Dawk. Kατεβάσω σένα σο κουγί, τσ̑αι πάλι 'α σε βγκάλω (Θα σε κατεβάσω στο πηγάδι, και πάλι θα σε βγάλω) Φάρασ. -Dawk. qουγιουδιού το ετράφ' ούλλο καλά καλά φουρκαλεί το (Το γύρω-γύρω, το στόμιο του πηγαδιού το σκουπίζει όλο καλά καλά) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361 Παίνισ̑καν σο qουγιού να βγάλλ'νε νερό (Πήγαιναν στο πηγάδι να βγάζουν νερό) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361 Σέμεν σ’ ένα μυλιού qουγιού (Μπήκε σ' ένα πηγάδι μύλου) Φλογ. -Dawk. Ήρτε 'ς ε γουί ιράστα, για ήτουν πολύ φαθικό (Ο δρόμος του τον έφερε σ' ένα πηγάδι, αλλά ήταν πολύ βαθύ) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Παίνισ̑καν σα κουγιούδια μι τ’ασκούματα, βγάλλισ̑καν νερό (Πήγαιναν στα πηγάδια με τους κουβάδες, έβγαζαν νερό) Φλογ. -ΙΛΝΕ 812 Έχισ̑καμ ένα μάνα, με το κόσ̑κινο άσ' 'ο qουγιού κουβάλ'νεν νερό (Είχαμε μιά μάνα, με το κόσκινο κουβάλαγε νερό από το πηγάδι) Φλογ. -Dawk. Συνών. πηγάδι, χαβούζι, πλεφρό
2. Λάκκος Τελμ., Φάρασ. : Πήγεν ντο σο μεϊdέν γερί, και qάσεν ένα qουγιούς, και τσ̑η ναίκα τ' άσ΄ σα μέσα κάτω πίχωσέν ντο σο χώμα μέσα (Πήγε στη μέση της αγοράς, και έσκαψε ένα λάκκο, και έχωσε την γυναίκα του μέσα στο χώμα μέχρι τη μέση) Τελμ. -Dawk. || Παροιμ. Ονσέτινα ’α ‘νοίξεις γου’ί, ’α ‘νοίξουν τσ̑αι το σον (Σε όποιον θ’ ανοίξεις λάκκο, θ’ ανοίξουν και τον δικό σου˙ θα υποστείς το κακό που σχεδιάζεις για τον άλλον) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ.