ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

εγίπ (σύνδ.,μόρ.) εγίπ [eˈʝip] Ουλαγ. αγίπ [aˈʝip] Ουλαγ. εΐπ [eˈip] Ουλαγ. αΐπ [aˈip] Ουλαγ. Πιθ. από το αποσπασμένο τουρκ. ρηματικό επίθμ. -ip, - ıp, -up, -üp (που μετά από φωνηεντόληκτα ρηματικά θέματα παίρνουν την μορφή -yip, - yıp, -yup, -yüp) και σχηματίζει ρηματ. δομές που εκφράζουν χρονική ακολουθία (π.χ. kahvaltısnı yapıp okula gitti = πήρε πρωινό και πήγε στο σχολείο).
1. Απαντά μετά από το ρήμα πρότασης και λειτουργεί ως ειδικός σύνδεσμος Ουλαγ. : Ντράν’σε κοιμάται αΐπ (Είδε ότι κοιμάται) Ουλαγ. -Κεσ. Συνών. ότι
β. Φατικός δείκτης με την σημ. ‘είπε’ : Τσ̑ι̂γι̂́ρσε το μικρό τ' το παιί γκαι έπε: «Ότια χάνομαι», εγίπ, «ό,τις έρεται, ντέσ' το ντα κορίτσ̑α, πούλ' ντα» (Φώναξε τον μικρό του γιο και είπε: «Όταν πεθάνω», είπε, «όποιος έρθει, δώσε του τα κορίτσια, πούλα τα» ) Ουλαγ. -Dawk. Έπε κι: «Ιτσ̑ά ντα τσ̑ίνες ατί ντο̈γιϋσ̑ντΰν;», εγίπ, έπε (Είπε: «Aυτά τα σπουργίτια γιατί μαλώνουνε;», είπε ) Ουλαγ. -Dawk.
2. Ως δεικτικό μόρ., να Ουλαγ. : Έρετ’ αΐπ! (Έρχεται, να!) Ουλαγ. -Κεσ. Συνών. τα
3. Φατικός δείκτης που δηλώνει την μετάβαση σε επόμενο στάδιο της αφηγήσης : Τ’ άλλο τα ντο μέρα παίνισ̑γκε ντο ασκερλι̂́κ εγίπ (Την άλλη μέρα, που λες, πήγε στον στρατό) Ουλαγ. -Dawk.