εδεκείνος
(αντων.)
'ντεκεινό
[deciˈno]
Ουλαγ.
Πληθ. Γεν.
'ντεκεινιαρώ
[deciɲaˈro]
Ουλαγ., Τσαρικ.
'ντεκεινdζ̑αρώ
[decindʒaˈro]
Ουλαγ.
Μεσν. αντων. ἐδεκεῖνος, η οπ. από το δεικτικό επιφων. ἔδε και την αντων. ἐκεῖνος, όπου και τύπ. ἐκεινός αναλογ. κατά το αὐτός.
Δεικτική αντωνυμία, εκείνος
:
'ντεκεινό ντεν τ' άκοσε
(Εκείνος δεν τον άκουσε)
Ουλαγ.
-Κεσ.
'ντεκεινό ντο όφ' έβγ̇η όξω
(Εκείνο το φίδι βγήκε έξω)
Ουλαγ.
-Dawk.
Ιτό πατισ̑άχ σάλσε ντ’ ασκέρια τ' να ηύρουν 'ντεκεινό ντο κανείς
(Αυτός ο βασιλιάς έστειλε τους στρατιώτες του να βρούν εκείνο τον κάποιο)
Ουλαγ.
-Dawk.
Συνών.
εκεί, εκειά, εκείνος, ντεχά