ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

παλαχός (επίθ.) παλαχός [palaˈxos] Σινασσ. Αγν. ετύμ. Πιθ. συνδέεται με τους τύπ. παλαγός, απαλαγός, παλαΰς = μαλακός, φρέσκος και ρ. παλαγεύω, παλαΰνω = μαλακώνω που απαντούν σε πολλά ν.ε. ιδιώμ. (αρχείο ΙΛΝΕ), επίσης αγν. ετύμ. Εναλλακτικά από το επίθ. μαλακός με μορφολ. επίδρ. του συνων. επιθ. απαλός.
Λείος, ομαλός, απαλός : Παλαχό πιλάφ' (Αραιό πιλάφι) Σινασσ. -Βλασ. Συνών. ροφωτός :2
Τροποποιήθηκε: 03/09/2025