ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

καρσιλίκι (ουσ. ουδ.) γκαρσι̂λι̂́κ' [garsɯˈlɯk] Ουλαγ. γαρσ̑ίλίχ̇ι [ɣarʃiˈlixi] Φάρασ. γαρσ̑ουλούχ' [ɣarʃuˈlux] Αραβαν. κασι̂λι̂́κ' [kasɯˈlɯk] Φερτάκ. Από το τουρκ. karşılık = απάντηση.
1. Απάντηση ό.π.τ. : Το ναίκα έdεκε κασι̂λι̂́κ' και είπε (Η γυναίκα έδωσε απάντηση και είπε) Φερτάκ. -Thumb || Φρ. Γαρσ̑ουλούχ' ντίνω (Δίνω απάντηση˙ Απαντώ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. || Παροιμ. Σο καdζ̑ί σου 'γνένdα 'α βρεθεί τσ̑' α νομάτ' να σε δώσει το γαρσιλίχ̇ιν ντου (Ενάντια στα λόγια σου θα βρεθεί κι ένας άνθρωπος να σου δώσει απάντηση (να διαφωνήσει)˙ από λόγο σε λόγο μπορεί να φτάσει κανείς στον καβγά) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Συνών. απόλογος, τζεβάπι
2. Λύση αινίγματος Φάρασ. : Αρέ τζ̑ο πορώ να σε δώσω το γαρσ̑ιλίχι του (Τώρα δεν μπορώ να σου δώσω την απάντησή του) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ.