ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

κερβαντσής κ͑ερβαντσ̑ής [kʰervanˈtʃis] Φάρασ. κερβενdζ̑ής [cervenˈdʒis] Φάρασ. κερβαdζής [cervaˈdzis] Μισθ. κερβεdζής [cerveˈdzis] Μισθ. Από το τουρκ. ουσ. kervancı = αρχηγός ή μέλος του καραβανιού, όπου και διαλεκτ. τύπ. kervanci.
Αρχηγός καραβανιού ό.π.τ. : Kερβεdζής σηκώην αψά (Ο αρχηγός του καραβανιού σηκώθηκε νωρίς) Μισθ. -Κωστ.Μ. Ηρτε αν κερβενdζ̑ής, είπεν ντι: «'γώ ’χασα σεράνdα καμήλοι» (Ήρθε ένας αρχηγός καραβανιού, του είπε: «Εγώ έχασα σαράντα καμήλες») Φάρασ. -Dawk. Συνών. κερβάνης