ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γκιοζλετίζω (ρ.) γκιοζλαΐζου [ɟozlaˈizu] Μισθ., Τσαρικ. κιοζλετίζω [cozleˈtizo] Φάρασ. κοζλετίζου [kozleˈtizu] Φάρασ. κοζλα̈τίζω [kozlæˈtizo] Αφσάρ. κοζλετώ [kozleˈto] Τσουχούρ., Φάρασ. κοζλετάου [kozleˈtau] Φάρασ. κοζλα̈τώ [kozlæˈto] Αφσάρ. Από το τουρκ. ρ. gözlemek (αόρ. gözledi) = περιμένω, όπου και διαλεκτ. τύπ. gozlemek, και το παραγωγ. επίθμ. -ίζω.
Περιμένω, αναμένω κάποιον ή κάτι ό.π.τ. : Κιοζλετίζω τσ̑αι 'τός πούτε τζ̑ο 'φάνη (Περιμένω και αυτός δεν φάνηκε πουθενά) Φάρασ. -Λαμπρ. Γκιοζλαΐζου ντου χαμπάρι σ' (Αναμένω την απάντησή σου) Μισθ. -Κοτσαν. Ελένα ντα φσ̑άχα να ντα γκιοζλαΐσ̑' μι; (Η Ελένη τα παιδιά θα τα περίμενει άραγε;) Μισθ. -Φατ. Να γκιοζλαΐσουμ' μι σειρά, να πάρουμ' ένα κουβά νερό (Να περιμένουμε με την σειρά να πάρουμε έναν κουβά νερό) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Γκιοζλαΐζουμ' δου μέγα να ποίκ' κανά φσ̑άχ' (Περιμένουμε την μεγάλη να κάνει κανένα παιδί) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Σαμού γιαναστι-έσανι ατσ̑εί, γρέφτουνι ο Χατζήεφεντης κάθιτι κοζλετά ατιώνις (Όταν έφτασαν εκεί, βλέπουν ότι ο Χατζηεφεντής κάθεται και τους περιμένει) Τσουχούρ. -ΑΠΥ-Bağr. Συνών. απαντέχω, βλέπω :3, στέκω, φυλάγω