οστ
(επιφ.)
οσ̑τ
[oʃt]
Μαλακ.
Από το τουρκ. (< αρμεν.) επιφων. oşt = επιφώνημα αποπομπής σκύλου, πβ. το κοινό ουστ. Ο τύπ. οστ σε πολλά ν.ε. ιδιώμ.
Επιφώνημα εκδίωξης σκύλου
Τροποποιήθηκε: 21/07/2025