χαϊντούτης
(ουσ. αρσ.)
χαϊντούτης
[xaiˈdutis]
Σινασσ.
Από το τουρκ. ουσ. haydut = ληστής.
Ληστής
Συνών.
χιρσίζης
Τροποποιήθηκε: 11/06/2025