χαιρέτημα
(ουσ. ουδ.)
σ̑εραίτημα
[ʃeˈretima]
Ανακ.
Νεότ. ουσ. χαιρέτημα, το οπ. από το ρ. χαιρετώ και το παραγωγ. επίθμ. -μα.
Χαιρετισμός
:
|| Φρ.
Υγειές και σ̑αιρετήματα
(Υγείες και χαιρετίσματα˙ ως φράση σε επιστολή προς ξενιτεμένο)
Ανακ.
-Κωστ.Α.
Συνών.
πολλασυγιές, σελάμι
Τροποποιήθηκε: 14/10/2025