ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

μπουτούν (επίθ.) μπϋτΰν [byˈtyn] Αραβαν., Μισθ., Ουλαγ. μπϋτΰνι [byˈtyni] Σίλ. μπουτούν [buˈtun] Ανακ. μπιτούν [biˈtun] Μισθ. π͑ιτ͑ούνι [pʰiˈtʰuni] Φάρασ. πιτούν' [piˈtun] Φάρασ. π͑ουτΰν [pʰuˈtyn] Ποτάμ. Από το τουρκ. επίθ. bütün = ολόκληρος, όπου και διαλεκτ. τύπ. butun, bitün, bitun και pütün (THADS, λ. bitün και λ. pütün).
1. Ολόκληρος, ακέραιος ό.π.τ. : Έdεκε με 'να μπϋτΰν ψωμί (Μου έδωσε ένα ολόκληρο ψωμί) Ουλαγ. -Κεσ. Mπϋτΰν μέρα χέριζαμ’ (Όλη την ημέρα θερίζαμε) Μισθ. -Κοτσαν. Ατέ πάλι να 'ινεί πιτούνι, ντεμέκι το φίδι 'α 'ινεί ο γαμπρό μου (Αυτό πάλι αν γίνει ολόκληρο, αν ολοκληρωθεί, ας πούμε ότι το φίδι θα γίνει ο γαμπρός μου) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Ερχούdανε 'ποπίσου μου α λύκους· δώκα τα πιτούνι το ψωμί (Ερχόταν από πίσω μου ένας λύκος· του έδωσα όλο το ψωμί) Φάρασ. -Dawk. || Φρ. Ξέβην μπουτούν ασ’ σο μνήμα (Βγήκε ολόκληρος από το μνήμα˙ όταν ο νεκρός δεν έχει αποσυντεθεί) Ανακ. -Κωστ.Α. Να βγείς ’σ’ σο μορμόρι σου π͑ουτ-τΰν (Να βγεις ολόκληρος (άλιωτος) από το μνήμα˙ αρά) Ποτάμ. -ΚΜΣ-ΚΠ327 Μπιτούν εφέgους (Ολόκληρο το φεγγάρι˙ πανσέληνος) Μισθ. -Κωστ.Μ. Συνών. όλος :2, τσιπ :2
2. Όλες οι μονάδες ενός συνόλου Φάρασ. : Φόρτωσάν ντα τα γουμάρε πιτούνι (Φόρτωσαν όλα τα φορτία) Φάρασ. -Dawk. Είπαν dα πιτούνι, έφαγαν αdέ τσ̑αι 'dέ (Του είπαν όλοι ότι έφαγαν αυτά κι εκείνα) Φάρασ. -Dawk. Συνών. όλος :1, τσιπ :1