ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

μνημόνεμα (ουσ. ουδ.) μνημόνεμα [mniˈmonema] Φάρασ. μνημόνημα [mniˈmonima] Φάρασ. Εν. Γεν. μνημονεμάτου [mnimoneˈmatu] Φάρασ. Από το αρχ. ουσ. μνημόνευμα με απλοποίηση του συμπλέγματος [vm]> [m].
Η αναφορά των ονομάτων νεκρών σε δέηση ό.π.τ. : || Φρ. Μνημονεμάτου το χαρτίο (Tο χαρτί για την αναφορά των νεκρών˙ ψυχοχάρτι, χαρτί με τα ονόματα των νεκρών για μνημόνευση) Φάρασ. -Λουκ.Πετρ.