ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

μπιριντζί (επίθ.) μπιρινdζ̑ί [birinˈdʒi] Αξ., Αραβαν. πιριντσ̑ής [pirinˈtʃis] Φάρασ. πιρινdζή [pirinˈdzi] Σινασσ. Από το τουρκ. επίθ. birinci = πρώτος.
1. Πρώτος ό.π.τ. : Το μπιρινdζ̑ί μ’ το μπελά το ήρτε σο κιφάλι μ’ ετό (Το πρώτο πρόβλημα που μου ήρθε στο κεφάλι είναι αυτό) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ.
2. Εξαιρετικός, καλός Αξ., Σινασσ., Φάρασ.
Τροποποιήθηκε: 27/08/2025