ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

σερίτι (ουσ. ουδ.) σ̑ερίτι [ʃeˈriti] Φάρασ. σ̑ερίτ' [ʃeˈrit] Ανακ. σερίσ' [seˈris] Γούρδ. σ̑ερίσ̑’ [ʃeˈriʃ] Αραβαν. σιρίτσ̑' [siˈritʃ] Αραβαν. Νεότ. ουσ. σιρίτι, το οπ. από το τουρκ. şerit = α) σιρίτι β) το παράσιτο ταινία.
1. Το διακοσμητικό σιρίτι ό.π.τ. : Λίγο εκεί τεέτσ̑ης ήτουν το άλογο τ’ […] το εγέρι τ’ ασ' το γατιφέ και ισ̑λενμίς̑ μι αλτινιού σ̑ερίσ̑’ (λίγο πιο κει ήταν το άλογο του […] το σαμάρι του από βελούδο και δουλεμένο με χρυσό σιρίτι) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ.
2. Το γαλόνι Φάρασ.
3. Η ταινία, το παράσιτο που ζει στα έντερα των θηλαστικών Ανακ.