ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

χολιατουρντίζω (ρ.) χολιατουρντίζου [xoʎaturˈdizu] Μισθ. Από το ρ. χολιάζω αναλογ. προς τις δομές τουρκ. ρ. σε -ρντίζω και το τουρκ. ρ. durmak το οποίο σχηματίζει σύνθετα ρήματα που δηλώνουν την επανάληψη της ενέργειας που δηλώνει το α΄ ρηματικό συνθ. (π.χ. bakadurmak = βλέπω συνεχώς). Για τον σχηματισμό πβ. λ. κλουφατουρντίζω.
Εξοργίζω Μισθ. : Σήμερα ήρτι ένα, που λες, χολιατούρ΄σι μι (Σήμερα ήρθε ένας, που λες, με νευρίασε) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Συνών. γεμώνω :3, κιζτιρτίζω, χολιάζω