ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ισαλλάχ (επιφ.) ισ̑αλλάχ [iʃaˈlax] Ποτάμ., Σινασσ. ισ̑αλ-λά [iʃalˈla] Αφσάρ., Φάρασ. ισαλλά [isaˈla] Μισθ. Από το τουρκ. επιφ. inşallah = αν θέλει ο Αλλάχ, όπου και τύπ. işallah (Redhouse).
Μακάρι ό.π.τ. : Ισ̑αλ-λά να ψοφήσει! (Μακάρι να ψοφήσει!) Φάρασ. -Αναστασ. Ισ̑αλ-λά μου νάρτ͑ει! (Μακάρι να μην ἐρθει!) Αφσάρ. -Αναστασ. Ίσαλλα, Χεού καλό με ρανάς (Μακάρι, Θεού καλό να μη δεις) Μισθ. -Κωστ.Μ. Ίσαλλαχ ταλλοσήμερα φερίσκω και τον τηλέγραφο (Μακάρι σε μιά βδομάδα από σήμερα να σου φέρω και το τηλεγράφημα) Σινασσ. -Λεύκωμα Συνών. ας :4, ιλάχι, κάμο, κέσκε, μακάρι, να