γιαζντώ
(ρ.)
γιαζντού
[ʝazˈdu]
Ουλαγ.
Παρατατ.
γιάζντεινκα
[ˈʝazdiŋka]
Ουλαγ.
γιάζντεινισ̑κα
[ˈʝazdiniʃka]
Ουλαγ.
Αόρ.
γιάσα
[ˈʝasa]
Ουλαγ.
Από το τουρκ. ρ. yazmak (αόρ. yazdı) = α) γράφω β) εγγράφω.
Γράφω
:
Ντο χότζ̑α γιάσε κι «Το κορίτσ̑ι σ' σεβντά γιουρούκ'»
(Ο διευθυντής του σχολείου έγραψε (στον πατέρα της): «Η κόρη σου αγαπά έναν αλήτη»)
Ουλαγ.
-Dawk.
Γιάσε ντο μέταπο τ' ντο όνομα
(Έγραψε στο μέτωπό του το όνομα)
Ουλαγ.
-Dawk.
Συνών.
γράφω