ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

-α/-ά (επίθμ.) [a] Καππ., Σίλ., Φάρασ. [ˈa] Καππ., Σίλ., Φάρασ. Από το μεσν. παραγωγ. επίθμ. , επανανάλυση του κλιτικού επιθμ. ουδ. πληθ. των δευτεροκλίτων επιθ. Πβ. και την επιρρηματ. χρήση τύπ. του ουδ. πλ. επιθ. σε στην αρχ.ελλ., π.χ. κάλλιστα, συχνά. Σε τουρκ. προελεύσεως επιρρ., πιθ. επίσης το ληκτικό [a] να επαναναλύεται ως επιρρηματ. επίθμ., π.χ. αντά, άτζαμπα, γαπαλά, μποσουνά, νταχά, ουτζούτζα.
Μετεπιθ. επίθμ. για τον σχηματ. επιρρ. Καππ., Σίλ., Φάρασ. : αγαπημένα (αγαπημένα) Αραβαν. αζγούνα (πάρα πολύ) Φάρασ. ζερβά (αριστερά) Αξ. καινούργια (τώρα, μόλις) Σίλ., Αραβαν. κελέσα (ωραία, καλά) Φάρασ., Αφσάρ. κλωστρά (γύρω γύρω) Ποτάμ., Ανακ. μακρινά (μακριά) Γούρδ. ορτά (ορθά, ίσια) Καππ. πρόψα (προχτές) Μαλακ., Σινασσ., Φλογ., Ανακ. σαμπαχλαϊνά (το πρωί) Τελμ. βαθικά (βαθιά) Φάρασ., Σινασσ., Αξ. Πβ. -ι/-ί, -ίκκο :1, -ίτσα :2, -ίτσι :2, -όκκο :1