-ώνας
(επίθμ.)
-ώνας
[-ˈonas]
Αξ., Μισθ., Ποτάμ., Τσαρικ.
-ώνα
[-ˈona]
Ανακ., Αξ., Αραβαν., Γούρδ., Κίσκ., Σατ., Τσουχούρ., Φάρασ., Φκόσ.
-ιώνας
[-ˈçonas]
Ανακ., Αξ., Μαλακ., Μισθ., Φλογ.
-ιώνας
[-ˈʝonas]
Ανακ., Αξ., Μαλακ., Μισθ., Σίλατ., Σινασσ., Τελμ., Τσαρικ., Φλογ.
-ιώνας
[-ˈɲonas]
Ανακ., Αξ., Αραβαν., Μισθ., Σινασσ., Τσαρικ., Φάρασ., Φλογ.
-ιώνας
[-ˈonas]
Ανακ., Αξ., Μαλακ., Μισθ., Σεμέντρ., Σινασσ., Φλογ.
-ιώνα
[-ˈçona]
Ανακ., Αξ., Μαλακ., Μισθ., Τζαλ., Τσαρικ.
-ιώνα
[-ˈʝona]
Ανακ., Αξ., Μαλακ., Μισθ., Ποτάμ., Σίλατ., Σίλ., Τζαλ., Τροχ., Φλογ.
-ιώνα
[-ˈɲona]
Αξ., Μισθ.
-ιώνα
[-ˈona]
Ανακ., Αξ.
Αρχ. επίθμ. -ών, αιτ. -ῶνα, με την παραλλαγή -εών, αιτ. -εῶνα, για την σημ. 1 (βλ. Luhr 2008: 220-221 και Chantraine 1933: 164-166). Για τις σημ. 1 και 2 βλ. Costakis (1964: 64-65), Μαυροχαλυβίδης & Κεσίσογλου (1960: 46, 47-48) και Ανδριώτης (1948: 36-37). Για την σημ. 3 βλ. Μαυροχαλυβίδης & Κεσίσογλου (1960: 46-47).
1. Μετουσ. επίθμ. για τον σχηματ. ουσ. τα οποία δηλώνουν χώρο ή εγκατάσταση που περιέχουν αυτό το οποίο δηλώνει η πρωτότυπη λέξη ή είναι κατάλληλος/-η γι'αυτό
Καππ., Σίλ.
:
αγγουριώνα
(μποστάνι)
Μισθ., Φάρασ., Μαλακ., Σίλ., Φλογ., Αξ., Ανακ., Σίλατ., Σατ., Τροχ.
καψιμιώνα
(χώρος αποθήκευσης καύσιμης ύλης)
Μισθ., Μαλακ., Σινασσ., Φερτάκ., Αξ., Αραβαν., Ανακ., Σίλατ.
κρασιώνας
(το μέρος της οικίας όπου φυλάσσεται και διατηρείται το κρασί)
Μισθ., Φερτάκ., Αραβαν., Γούρδ., Ανακ.
λαγηνιώνα
(γούβα σε τοίχο του σπιτιού όπου τοποθετούσαν το λαγήνι)
Ανακ.
μπαντεμιώνα
(αμυγδαλεώνας)
Μισθ.
ξυλιώνας
(χώρος αποθήκευσης καύσιμων ξύλων για το ταντούρι)
Σινασσ.
ορνιθώνας
(κοτέτσι)
Ποτάμ.
περιστεριώνα
(περιστερώνας)
Αξ., Τζαλ.
προβατιώνα
(το μέρος όπου μαντρώνονται τα πρόβατα)
Μισθ., Αξ., Τσαρικ.
Πβ.
-ίστρα, -λίκι, -τρα :1
2. Μετουσ. επίθμ. για τον σχηματ. επιθ. τα οποία δηλώνουν ότι το προσδιοριζόμενο διαθέτει μιά ιδιότητα που συνεπάγεται η πρωτότυπη λέξη
Καππ., Κίσκ., Σατ., Τσουχούρ., Φάρασ., Φκόσ.
:
αθρωπιώνας
(ανθρώπινος)
Μαλακ.
αληθιώνας
(αληθινός)
Μισθ., Αξ.
αλτουνώνας
(χρυσός)
Μισθ., Φάρασ., Τσουχούρ., Φλογ., Αξ.
ασημιώνας
(ασημένιος)
Μισθ., Φάρασ., Σινασσ., Τσαρικ.
θαλώνα
(πέτρινος)
Φάρασ., Φκόσ.
κερπετσιώνας
(πλίνθινος)
Μισθ.
μεταξώνα
(μεταξωτός)
Ανακ.
ξυλιώνας
(ξύλινος)
Φάρασ., Σατ.
πακιριώνας
(χάλκινος)
Μισθ., Φάρασ., Φλογ., Ανακ., Κίσκ.
φλουριώνας
(χρυσός)
Μαλακ., Ποτάμ., Σίλατ.
χιλιώνας
(αυτός που αξίζει χίλια νομίσματα)
Σεμέντρ.
Συνών.
-άδα :1, -ανός, -άρης, -άρι, -άτος, -ερός :1, -ιακός, -ίτικος, -λής :1
3. Μετουσ. επίθμ. για τον σχηματ. ουσ. τα οποία δηλώνουν την (έντονη) επιθυμία για κάτι
Αξ.
:
βερικοκκιώνα
(επιθυμία για βερίκοκκα)
Μισθ., Αξ.
καρπουζιώνα
(επιθυμία για καρπούζια)
Αξ.
ψωμιώνα
(επιθυμία για ψωμί, πείνα)
Αξ.