ως
(σύνδ.)
ως
[os]
Ανακ., Αραβαν., κ.α., Μαλακ., Ουλαγ., Σίλ., Σινασσ., Φλογ.
ωζ
[oz]
Αξ., Αραβαν., Σίλ.
ους
[us]
Μισθ.
ουζ
[uz]
Μισθ.
σως
[sos]
Αφσάρ., Κίσκ., Σατ., Τσουχούρ., Φάρασ.
σωζ
[soz]
Φάρασ.
ούσε
[ˈuse]
Μισθ.
ούζου
[ˈuzu]
Μισθ.
'σου
[ˈuzu]
Φάρασ.
ας
[as]
Τελμ.
άσα
[ˈasa]
Τελμ.
Από τον αρχ. σύνδ. ὡς. Το σ- στον τύπ. σως αναλογ. από άλλους χρον. συνδ. (Ανδριώτης 1948: 68, Αναστασιάδης 1976: 110).
1. Ως χρον. σύνδ., όταν, μόλις
ό.π.τ.
:
Ως τ' άκουσεν ο Κωστανdής, κούπα πέφτει
(Σαν τ' άκουσε ο Κωσταντής, πέφτει μπρούμυτα)
Ανακ.
-Cost.
Ας τ’ ήκουσε το κόρασο, ζυμαρωμένη βγαίνει
(Μόλις το άκουσε το κορίτσι, βγαίνει λερωμένο με ζυμάρι)
Τελμ.
-Lag.
Ως τουν τρανώ, γροίκ'σα του
(Μόλις τον βλέπω, τον γνώρισα)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
'σου ν'τα 'μbυρίσουμε, δώκαν 'αλία
(Όταν ήταν να τους πυροβολήσουμε, (πρόλαβαν και) φώναξαν)
Φάρασ.
-Θεοδ.Ιστ.
Συνών.
αν :3, αφώσκαι :1, όταν :1, σαμού, τζας :1
β.
Όταν (στο παρελθόν), από τότε που
Ανακ.
:
Ως πέρασεν Πέρσος, πολλά χρόνους είνdαι
(Από τότε που πέρασαν οι Πέρσες, είναι πολλά χρόνια
)
Ανακ.
-Cost.
2. Ως χρον. σύνδ., ενώ, καθώς
ό.π.τ.
:
Ως πορπατά, θωρεί τα
(Ενώ περπατά, τα βλέπει)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Ως κάρεται, κοιμάται
(Εκεί που κάθεται κοιμάται)
Αραβαν.
-ΙΛΝΕ 404
Συνών.
καντάρ, όπου, τσάπου
3. Ως χρον. σύνδ., μέχρι, ώσπου
ό.π.τ.
:
Εσ̑ύνα ετό ως να το ποίκεις, εγώνα να 'ποθάνω
(Εσύ μέχρι να το κάνεις αυτό, εγώ θα πεθάνω)
Ανακ.
-Cost.
Ωζ να τα κόψω σκοτώρα
(Μέχρι να τα κόψω (ενν. τα κούτσουρα) σκοτώθηκα)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Έπιαν γκαι εϊλένσαν ωζ να πέσ̑' όλιος ταρός
(Ήπιαν και γλέντησαν μέχρι να πέσει ο ήλιος)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Σ̑έρισκάμ' ντου 'ντετσ̑ού ουζ να σταή βρεχός
(Την πετούσαμε εκεί (την τσιμπίδα για να σταματήσει η βροχή) μέχρι να σταματήσει η βροχή)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ούσε να φωτίσ' έχουν νισ̑ά
(Μέχρι να φωτίσει, έχουν (αναμμένη) φωτιά)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Σως να κάτσα, ήρτ͑εν
(Μέχρι να κάτσω, ήρθε)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Άσα βραδύν
(Μέχρι το βράδυ)
Τελμ.
-Dawk.
Σως να νάσει τον τόπου, ήρταν τα τσ̑οτσ̑ούχα
(Μέχρι να οργώσει το χωράφι, ήρθαν τα παιδιά)
Φάρασ.
-Bağr.
Ως να πας το σπίτ’, ένα σ̑ε' με λαλείς
(Ώσπου να πας στο σπίτι μη μιλάς καθόλου)
Ουλαγ.
-Dawk.
'σου να 'ινώ χίζα, 'ς πάγω 'ς πνιγώ σο ποτάμι
(Μέχρι (δηλ. πριν) να γίνω Τουρκοπούλα, θα πάω να πνιγώ στο ποτάμι)
Φάρασ.
-Θεοδ.Ιστ.
Συνών.
σώστου, ώσπου, όταν
4. Ως πρόθ. για δήλωση χρόνου, μέχρι, ως
ό.π.τ.
:
Ήτον ως το βράδυ σήμερον καλακαινισμέν'
(Ήταν μέχρι σήμερα το βράδυ άρρωστη)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
'φόνdες 'πνώνgαμεν σκοτεινά, σως την εβίντζα ντζο πόρ'καμ' να 'πνώσωμεν τζοι κρότοι τζαι 'σ' τα στρινgέματα
(Όταν πέσαμε να κοιμηθούμε στα σκοτεινά, δεν μπορέσαμε να κοιμηθούμε ως την αυγή από τους κρότους και τους θορύβους )
Φάρασ.
-Αρχέλ.
Εγώ ασα ντερέ του αδερφή μ' το χατίρ' ντέν ντο χάλασα
(Εγώ μέχρι τώρα δεν χάλασα το χατίρι της αδελφής μου)
Τελμ.
-Dawk.
Ναίκα ωζ νύχτας τ' όημισο λάλινε, κλαίισ̑κε και καταριότουν
(Η γυναίκα ως τα μεσάνυχτα μιλούσε, έκλαιγε και καταριόταν)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Ους ντου μισ̑'μέρ' τσ̑οιμάσι
(Μέχρι το μεσημέρι κοιμάσαι)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Λαλά, άμ-μα εσ̑ύ ‘τσ̑ά ωζ ντερέ ήλεγες και εγελφό το έχεις και αγάπανες το
(Καλά, εσύ ως τώρα έλεγες ότι τον έχεις αδελφό και ότι τον αγαπάς πολύ )
Αξ.
-Μαυροχ.
'νυπόλυτα 'υμνά για σως το βραδύ παίσκανι γιάγκανι χαρούσανdι
(Ξυπόλυτα, γυμνά (ενν. τα παιδιά) αλλά ως το βράδυ έπαιζαν, γέλαγαν, χαιρόντουσαν)
Τσουχούρ.
-ΑΠΥ-Bağr.
Σωρεύκαν τσ̑ίπ τα κερμανίδε, τα τέφε του Βαρασ̑ού σως την ευή τραγουδάνκαν τσ̑αι παίσκαν
(Μαζεύτηκαν όλες οι λύρες, τα ντέφια του Βαρασού, ως την αυγή τραγούδαγαν και έπαιζαν μουσική)
Φάρασ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
Το ξ̑ύλο ως το γέμα κόψετ' το
(Το ξύλο μέχρι το μεσημέρι να το κόψετε)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Ντε ’α προλάβουμ’· ους να πάμ’ να χαεί ατό
(Δεν θα προλάβουμε, έως να πάμε, θα έχει πεθάνει)
Μισθ.
-ΑΠΥ-ΕΝΔ
|| Ασμ.
Ας φάμιστι τζι ας πιούμιστι ους χρόν' ιdούρα dάι μέρις
(Ας φάμε κι ας πιούμε ως του χρόνου τέτοιες μέρες)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
β.
Για τοπική δήλωση, μέχρι, ως
ό.π.τ.
:
Ως τα φτέρνεζ-ου-μ' σ̑ύφταναν
(Μέχρι τις φτέρνες μου έφταναν (ενν. τα μαλλιά μου)
)
Αξ.
-Παυλίδ.
Κατέβην ως το μισό τ'
(Κατέβηκε μέχρι τη μέση (ενν. του πηγαδιού)
)
Σίλατ.
-Dawk.
|| Φρ.
Έβγκαλές τα σως το γουργούρι μου!
(Μου τα 'βγαλες ως τον καταπιώνα μου!
˙
Μ' έχεις φέρει ως εδώ! (=μ' έχεις στενοχωρήσει τόσο πολύ που θα σε βρίσω))
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Έβgαλές τα σωζ αδα̈́
(Μου τα 'βγαλες ως εδώ! (δείχνοντας τον λαιμό)
˙
Αγανάχτησα και θα σε βρίσω)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
γ.
Για τη δήλωση ποσοτικής προσέγγισης, μέχρι, όχι παραπάνω από
ό.π.τ.
:
Ήμεστε σως τα σεράνdα άνdροι, ναίτσες, φσόκ-κα
(Ήμασταν μέχρι 40 άντρες, γυναίκες, παιδιά
)
Τσουχούρ.
-ΚΜΣ-Έξοδος Β
Ετό ατάτανεν ένα σουφρά ως τρακοσ̑ά γρουσ̇ού
(Αυτός έταζε ένα τραπέζι ώς τριακοσίων γροσίων
)
Φλογ.
-ΚΕΕΛ 1361
Ήτουνε ψε’ά σως τα σεράνdα 'γκώνα τζ̑αι ο πάχος τους ήτουνε σως τα έξι μέτρα
((Τα πεύκα) ήτανε ψηλά μέχρι σαράντα πήχεις και το πάχος τους ήταν μέχρι τα έξι μέτρα
)
Κίσκ.
-ΚΜΣ-ΚΠ376
5. Σαν, ως, για δήλωση ιδιότητας του υποκειμένου ή του αντικειμένου
Σίλ.
:
Έγερ να πάρεις τουτουνού τσ̑ην γκόρη ωζ 'εναίκα, τότι σ̑υ σε να 'νείς πολύ ζενgίνης
(Αν πάρεις αυτουνού την κόρη για γυναίκα, τότε θα γίνεις πολύ πλούσιος)
Σίλ.
-Dawk.
Συνών.
κατά, νάχαλα, ότιχαλα
6. Ακόμη και
Αραβαν.
:
Ως σκόλειοριου τα φσ̑έγια σωρόφταν
(Ακόμη και τα παιδιά του σχολείου μαζεύτηκαν)