ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

καντάρ (επίρρ.) καdάρ [kaˈdar] Τελμ. κ͑αdάρ [kʰaˈdar] Τελμ. γαdάρ [ɣaˈdar] Μισθ., Σίλ. γατάρι [ɣaˈtari] Φάρασ. γατάρ [ɣaˈtar] Φάρασ., Φλογ. 'αdάρ [aˈdar] Μισθ., Ουλαγ. γαdάρις [ɣaˈdaris] Αραβαν. γαdάριζ [ɣaˈdariz] Αραβαν. χαdάρ [xaˈdar] Αξ. χατάρ [xaˈtar] Φλογ. Από την τουρκ. πρόθ. kadar = α) έως, μέχρι β) ώσπου γ) όσο (βλ. και Θεοδωρίδη 2017: 418, 427 για τις σημ. 3α και 4). Ο τύπ, 'αdάρ πιθ. με επίδρ. της αντων. όανταρ (βλ. λ. όγανταρ). Πβ. νάγανταρ
1. Σε συνδυασμό με την ερωτηματ. αντων. τι, πόσος Αραβαν., Μισθ., Σίλ., Φλογ. : Τι γαdάρ λερό να σι χέκου; (Πόσο νερό να σου βάλω;) Μισθ. -Φατ. Τι 'αdάρ παράϊα κρεύεις; (Πόσα λεφτά θέλεις;) Μισθ. -Κοτσαν. Τι χάταρ κόρασεν; Και τι χάταρ πούλ'σεν; Και τι qαζάν'σεν; (Πόσο αγόρασε, και πόσο πούλησε και τι κέρδισε;) Φλογ. -ΙΛΝΕ 811
2. Αόρ. αναφορ. αντων., σε συνδυασμό με την αόρ. αντων. ό,τι, όσος Ουλαγ., Τελμ., Φλογ. : Ό,τσ̑ι καdάρ λίρες και αν θέλεις, 'α σε δέκουμ' (Όσες λίρες κι αν θέλεις, θα σου δώσουμε) Τελμ. -Dawk. Ό,τι 'αdάρ κρέεις λάλ' (Όσο θέλεις μίλα) Ουλαγ. -Κεσ. Ό,τι γατάρ ανθρώπ' ερούταν, πέφτισ̑ κεν ουλανού σα ποδάρα τ'νε και φίλανεν τα χέρα τ'νε (Όσοι άνθρωποι έρχονταν έπεφτε σ' όλων τους τα πόδια και φιλούσε τα χέρια τους) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361 Ό,τι γατάρ νεκκλησ̑ές κειότανε, παίρισ̑καν, ήφτισ̑καν τα (Όσες εκκλησίες υπήρχαν, έπαιρναν και άναβαν κεριά) Φλογ. -ΙΛΝΕ 812 Ντο βάλ' όπ' ψοφά, ό,τι αdάρ χρόνου 'ναι τόσα φοράς φαΐζ' ντο πράι τ' (Το βουβάλι όταν ψοφά, όσο χρονών είναι, τόσες φορές χτυπά το πόδι του) Ουλαγ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Ό,τσ̑ι κ͑αdάρ λίρες και αν θέλεις, 'α σε δέκουμ' (Όσες πολλές λίρες κι αν θέλεις, θα σου δώσουμε) Τελμ. -Dawk. Ότι χατάρ ψεύτ' ήρταν, ούλα πήγαν όφκιορα (Όσοι ψεύτες πήγαν, όλοι έφυγαν με άδεια χέρια) Φλογ. -ΙΛΝΕ 811 Μι τα κορίτσ̑α, παρασ̑τηκάμενες, τίαταρ σόι έχ' (Με τα κορίτσια, τις παράνυφες, ό,τι σόι έχει) Φλογ. -ΙΛΝΕ 812 || Παροιμ. Ό,τι χαdάρ κοντό μπόι έχ' όσον ατό ντιάβολόζ 'ναι (Όσο κοντό μπόι έχει τόσο διάβολος είναι˙ όσο μπόι του λείπει τόσο έξυπνος είναι) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Το τζαμί ό,τ͑ι χαdάρ μέγα έν’, χότζας το ξεύρ’ ψαλλίσ̑κει (Το τζαμί όσο μεγάλο είναι, ας είναι, ο χότζας εκείνο που ξέρει ψέλνει˙ ο καθένας κάνει μόνο όσα του επιτρέπουν οι δυνατότητές του) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ.
β. Ως επίρρ., όσο Ουλαγ.
3. Δεικτ. αντωνυμία, σε συνδυασμό με το επίρρ. ούτσα, τέτοιος, τόσος Αραβαν. : Ούτσ̑α γαdάρις βάημα νίσ̑κεται μ'; (Τέτοια εγκατάλειψη γίνεται;) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ.
β. Ως επίρρ., τόσο, όσο Αραβαν. : Ούτσ̑α γαdάριζ μεγάλα κιτάπια κι ένα κανόνα ντεν ήβρε 'ς ετό τ' όργο (Τόσο μεγάλα βιβλία κι έναν κανόνα δεν βρήκε σχετικά με αυτή την περίπτωση ) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ.
4. Ποσότ. επίρρ. έως, περίπου Τελμ., Φάρασ. : Ένα νϋνgιά καντάρ κιριάς (Μέχρι και μιά ουγγιά κρέας) Τελμ. -Dawk. Α βδομάδα γατάρι έφ'εν το βουρτώνι (Σε μιά βδομάδα περίπου έφαγε το μουλάρι) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Συνών. άντζακ, όσος
5. Ως χρον. σύνδ., σε συνδυασμό με το οτίχαλα, όσο, όση ώρα Αραβαν. : Ότσ̑ιγαλ' γαdάρις άκουε έτια τα γκελετζ̑ά, ναίκα ασ' το χι̂́ρσι̂ τ' να τσ̑ατλανdι̂́σ' (Όση ώρα άκουγε αυτά τα λόγια, η γυναίκα θα έσκαγε από τον θυμό της) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ.