ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

καντεμλής (επίθ.) καdεμλής [kademˈlis] Ανακ. κατεμλού [katemˈlu] Φλογ. γαdεμλί [ɣademˈli] Μισθ. Πληθ. κατεμλούια [katemˈluʝa] Τροχ. Από το τουρκ. επίθ. kademli= τυχερός. Πβ. τουρκ. ευχή kademli olsun (Να είναι καλότυχος).
Κυρίως ως ευχή, τυχερός ό.π.τ. : Να είναι κατεμλού! (Να είναι τυχερός!) Φλογ. -ΚΜΣ-ΚΠ191 Συνών. γουρλής, μπαχτλού :1, χαϊρλούς, Αντίθ γρουσούζης, σακάρι :1, χαϊρσούζης